RECESSING - translation to αραβικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

RECESSING - translation to αραβικά


RECESSING         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Recess (disambiguation); Recessing; Recessed; Recesses

ألاسم

إِجَازَة ; اِسْتِجْمام ; اِسْتِراحَة ; رَوَاح ; عُطْلَة ; فُرْصَة

الفعل

اِسْتَجَمَّ ; اِسْتَرَاحَ ; اِضْطَجَعَ ; رَقَدَ ; سَبَتَ ; كَرِيَ ; نامَ ; هَجَعَ

recess         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Recess (disambiguation); Recessing; Recessed; Recesses
رَدْب (رُدوب) , بنية تشريحية بشكل جوف
recess         
WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE
Recess (disambiguation); Recessing; Recessed; Recesses
N
تراجع ، ارتداد Pl: معتزل ، مختلى ، موضع منعزل او داخلى = اعماق تثلم ، تسنن = تجويف = فجوة فى جدار غرفة عطلة
VT
وضع فى فجوة جدار أحدث فجوة
I
أخذ عطلة

Ορισμός

Recessing
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για RECESSING
1. The judge responded by recessing the proceedings for two months.
2. Congress raced to pass the legislation last month before recessing for the midterm elections.
3. As Haaretz reported yesterday, the cabinet wanted to expedite the bill‘s enactment before recessing next week.
4. Jurors deliberated for about two hours Thursday afternoon before recessing until Friday morning.
5. Democrats stopped the practice when they took control of the Senate in 2006 by no longer recessing the chamber.